Γράφει ο Νικολαος Γ.Βακονδιος, ψυχολογος
«Δεν μας ενοχλεί το τι μας συμβαίνει, αλλά το τι θεωρούμε ότι μας συμβαίνει…» αναφέρει στο έργο του ο Έλληνας στωικός φιλόσοφος Επίκτητος. Η διαδικασία της αντίδρασης στα ερεθίσματα που δεχόμαστε καθορίζει τη διάθεση μας και είναι διαφορετική σε κάθε άνθρωπο. Για αυτό και κάποιοι μπορεί να βλέπουν ένα ποτήρι μισογεμάτο, άλλοι μισοάδειο και… κάποιοι άλλοι, όπως λέγεται χιουμοριστικά, κοιτούν αν έχει δαχτυλιές το ποτήρι…
Οι άνθρωποι αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο στο ίδιο ερέθισμα, ή πολλές φορές μπορεί ο ίδιος άνθρωπος έχει άλλη αντίδραση στο ίδιο «πρόβλημα» και αυτό συμβαίνει γιατί η συναισθηματική μας διάθεση, επηρεάζεται από τα γεγονότα ανάλογα με το πώς αντιλαμβανόμαστε τον ίδιο μας τον εαυτό τη δεδομένη στιγμή. Αυτό μας κάνει να δίνουμε διαφορετικές «διαστάσεις» στα θέματα που μας απασχολούν και όχι αυτές που ρεαλιστικά τους αναλογούν και δυστυχώς αυτή η διαδικασία γίνεται βαρόμετρο της διάθεσης μας.
Επιρροές στη διάθεση
Η συναισθηματική μας διάθεση, το πότε και το πόσο συχνά νιώθουμε μέσα σε μια μέρα χαρά, λύπη ή ανησυχία επηρεάζεται από δύο παράγοντες, αφενός τα γεγονότα που συμβαίνουν στο περιβάλλον μας και κυρίως τις σκέψεις που κάνουμε συνεχώς για τα γεγονότα. Αυτές οι σκέψεις γίνονται μέσα από το πρίσμα του πως «αντιλαμβανόμαστε» εμείς τον εαυτό μας και αυτό αλλάζει με το πέρασμα των χρόνων και την… συλλογή εμπειριών που έχουμε.
Η αλήθεια είναι ότι πέρα από τα πρώιμα παιδικά μας χρόνια, κάθε γεγονός που συμβαίνει, η μνήμη μας το «ερμηνεύει» αλιεύοντας παλαιότερα όμοια γεγονότα και σύμφωνα με τις πεποιθήσεις και την «εικόνα» που έχουμε για εμάς. Επί παραδείγματι, ένα διαγώνισμα στο σχολείο, μπορεί για κάποιους να φαντάζει με παιχνίδι, ενώ για άλλους σημαίνει ένα τεστ δοκιμασίας της προσωπικής τους αξίας.
Είναι θετικό το γεγονός ότι δε γεννιόμαστε αισιόδοξοι ή απαισιόδοξοι, εσωστρεφείς ή εξωστρεφείς, τολμηροί ή διστακτικοί. Αυτά τα χαρακτηριστικά τα «υιοθετούμε» μέσα από τις εμπειρίες μας στα πρώτα χρόνια της ζωής μας αλλά δεν μένουν πάνω μας σαν «σφραγίδα» αφού γνωρίζουμε πλέον και μέσα από την πρόοδο των νευροεπιστημών, ότι ο ασυνείδητος τρόπος που βλέπουμε τον εαυτό μας και επομένως το περιβάλλον, μπορεί να αλλάξει, αρκεί να τον επεξεργαστούμε με τη σκέψη μας και να τον κάνουμε συνειδητό.
Το συναισθηματικό και το λογικό μυαλό
Το ανθρώπινο μυαλό, λειτουργεί σχεδόν όπως ένας πολύπλοκος ηλεκτρονικός υπολογιστής. Βέβαια υπάρχουν βασικές ομοιότητες και διαφορές με τα άψυχα μηχανήματα. Μια ομοιότητα είναι πως το μυαλό όλων μας είναι «σχεδιασμένο» πάνω στο ίδιο βασικό σχέδιο. Υπάρχει για παράδειγμα πάντοτε ο «συναισθηματικός» και ο «λογικός» εγκέφαλος, οι οποίοι «συνεργάζονται» αρμονικά και συνέχεια.
Δεύτερη ομοιότητα είναι πως υπάρχουν πολλές «προσχεδιασμένες διαδικασίες» στον τρόπο λειτουργίας του μυαλού μας, οι οποίες «παράγουν» χημικές ουσίες (νευροδιαβιβαστές), απαραίτητες, προκειμένου να διατηρούμε μία καλή συναισθηματική διάθεση. Ο συναισθηματικός εγκέφαλος προηγείται στη λήψη διαφόρων αποφάσεων διότι θα ήταν μοιραία χρονοβόρο, αν μπροστά σε έναν μεγάλο κίνδυνο δε νιώθαμε φόβο και καθόμασταν με τη λογική να τον επεξεργαστούμε. Οι υπολογιστές δε νιώθουν χαρά, φόβο ή άλλα συναισθήματα αλλά ευτυχώς εμείς, όπως έλεγε ο Αριστοτέλης, ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι.
Τρίτον, ο «δικός μας» υπολογιστής κινείται με στόχο τη συναισθηματική ικανοποίηση και όχι με μαθηματική λογική. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ερμηνεύονται οι συνήθειες, σε σχέσεις, πρόσωπα και καταστάσεις, που ενώ με «μαθηματικό» υπολογισμό μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες, οι άνθρωποι προσκολλούνται σε αυτές λόγω του φόβου να ξεφύγουν και να προχωρήσουν δοκιμάζοντας κάτι καινούριο αλλά άγνωστο.
Τέταρτον, παρότι όλοι διαθέτουμε έναν παρόμοιο υπολογιστή φτιαγμένο από το ίδιο υλικό και «καλωδιωμένο» κατά το ίδιο πρότυπο (όπως η αντίδραση του φόβου απέναντι σε ότι θεωρείται απειλή για την επιβίωση), οι εμπειρίες που αποκτούνται κυρίως στα πρώιμα χρόνια της ζωής, επιδρούν πρόσθετα σε αυτή την καλωδίωση του υπολογιστή. Οι εμπειρίες αυτές μπορούν να διαμορφώσουν πεποιθήσεις, αξίες, συναισθηματικές αντιδράσεις, ακόμη και το αν κοιτάζοντας ένα ποτήρι το βλέπουμε μισογεμάτο ή μισοάδειο, μεταφορικά μιλώντας δηλαδή, τον υποκειμενικό τρόπο αντίληψης του περιβάλλοντος.
Όταν επομένως γράφεται ένα κείμενο ψυχολογίας, μπορεί να απευθύνεται γενικά, διότι το μυαλό όλων μας έχει τις ίδιες βασικές ανάγκες, αλλά δεν μπορεί να απευθύνεται ειδικά, καθώς οι ξεχωριστές εμπειρίες κάθε ανθρώπου έχουν δημιουργήσει έναν υπολογιστή με τη δική του, μοναδική σε διάφορα σημεία «καλωδίωση».
«Προσχεδιασμένες διαδικασίες» προκειμένου να διατηρούμε μία καλή συναισθηματική διάθεση
Από τη φύση μας είμαστε φτιαγμένοι να έχουμε κάποιες βασικές ανάγκες, οι οποίες όταν ικανοποιούνται, εκκρίνονται «θετικές» χημικές ουσίες, που μας κάνουν να νιώθουμε ευχάριστα, ακόμη και ευτυχισμένοι. Μέσα σε αυτές τις ανάγκες πέρα από την πείνα και τη δίψα, είναι και το σεξουαλικό ένστικτο. Τα συναισθήματα συντροφικότητας γεννιούνται χάρη στις χημικές ουσίες που παράγονται στο ανθρώπινο μυαλό κατά τη διάρκεια του σεξ.
Η κινητική ορμή…
«Προερχόμαστε» από τη φύση και όπως σε άλλα έμβια όντα, το παιχνίδι και η κίνηση αποτελεί ενστικτώδη εκδήλωση της εσωτερικής έκφρασης του ανθρώπου, που φανερώνεται με μια ποικιλία κινήσεων και αισθήσεων. Το παιχνίδι είναι μια γενική ένδειξη ζωής, γιατί δεν παίζουν μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα. Στον άνθρωπο όμως συνδυάζεται η ενστικτώδης ορμή για κίνηση και χαρά με την ανάγκη για δημιουργία.
Βρείτε ενδιαφέρονται και το γέλιο σας μέσα από την επαφή
Το μυαλό έχει ανάγκη μία ποικιλία ερεθισμάτων μέσω των αισθήσεων. Η εξερεύνηση του φυσικού περιβάλλοντος, τα διάφορα ενδιαφέροντα και χόμπυ που φέρνουν πραγματική επαφή, επικοινωνία και κυρίως το γέλιο, βοηθούν το μυαλό να «παράγει» τις χημικές ουσίες που φέρνουν καλή διάθεση.
Η ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία είναι «γραμμένη στα γονίδιά» μας ως φυσικό αντικαταθλιπτικό. Όχι, όμως μέσω του γραπτού λόγου, με τον οποίο γίνεται μεγάλο μέρος της επικοινωνίας σήμερα καθότι οι αισθήσεις και ο εγκέφαλος στερούνται με αυτόν τον απρόσωπο τρόπο και χάνουν αμέτρητα ερεθίσματα πληροφοριών, όπως η χροιά της φωνής, το βλέμμα των οικείων μας, η ανάγκη να αναγνωρίζεται η αξία μας και να λαμβάνουμε αποδοχή.
Όλοι κρυβόμαστε πίσω από τα προβλήματα μας και «βαριόμαστε» να αλλάξουμε. Υπάρχει ένας φαύλος κύκλος δικαιολογιών και μεταφοράς ευθυνών στον… άλλον, αλλά δυστυχώς με αυτόν τον τρόπο επιλέγουμε ουσιαστικά την απομόνωση και την απομάκρυνση και κανείς δεν κάνει την αρχή της επαφής υπό τον φόβο της αλλαγής και της έκθεσης του εαυτού μας. Ένας μεγάλος εγωισμός συνήθως κρύβει φόβο να δείξουμε τις ευάλωτες πλευρές μας. Ταυτόχρονα όμως είναι και μία αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι έχουμε πολλές ευάλωτες πλευρές. Αυτές, όμως εκλείπουν μόνο όταν εξασκούμαστε και εξοικειωνόμαστε με αυτό που φοβόμαστε.
Η συναισθηματική διάθεση αυξάνει σταδιακά
Όταν η συναισθηματική μας διάθεση είναι μέτρια, για λόγους βιολογικούς, η συγκέντρωση της προσοχής μας είναι πιο δύσκολη. Το να προσπαθήσουμε, για παράδειγμα, να διαβάσουμε σε μία τέτοια στιγμή ένα βιβλίο, το οποίο απαιτεί μεγαλύτερη συγκέντρωση, είναι εξαιρετικά δύσκολο. Έτσι συνήθως κάνουμε την «λάθος» επιλογή δηλαδή προτιμάμε την αλληλεπίδραση με μία οθόνη, η οποία όμως δεν «παράγει» κανένα χημικό της καλής διάθεσης. Το μυαλό όμως δε ξεγελιέται, αντιλαμβάνεται ότι δεν αλληλεπιδρούμε πραγματικά, καθώς γνωρίζει ότι απλά κοιτάμε μία οθόνη.
Πολλοί άνθρωποι μπορεί λόγω μέτριας διάθεσης να αποφεύγουν να βρεθούν με οικεία πρόσωπα νιώθοντας ότι μπορεί να ακούσουν προβλήματα άλλων και να δαπανήσουν «αρκετή ενέργεια» που πιστεύουν ότι δε διαθέτουν. Οι άνθρωποι που διατηρούν μία σταθερά καλή διάθεση όμως, προσπαθούν να κάνουν τους οικείους τους να γελάσουν, ώστε να «επωφεληθούν» από την ευχάριστη ατμόσφαιρα, που οι ίδιοι δημιουργούν.
Ακόμη και το γέλιο των άλλων συμβολίζει την αναγνώριση και την αποδοχή του εαυτού μας από τους άλλους, κάτι που είναι βασική μας ανάγκη, και βοηθά στο να «παραχθούν» τα φυσικά αντικαταθλιπτικά του μυαλού. Ο Αμερικανός συγγραφέας Μαρκ Τουαίην, φαίνεται να είχε συνειδητοποιήσει το γεγονός αυτό λέγοντας, «ο καλύτερος τρόπος να δίνεις κουράγιο στον εαυτό σου είναι να δίνεις κουράγιο στους άλλους». Μόνο όταν επιτύχουμε ένα επίπεδο καλής διάθεσης, μπορούμε να δοκιμάσουμε κάτι που απαιτεί πιο «ισχυρή» καλή διάθεση και περισσότερη συγκέντρωση, όπως το διάβασμα ενός βιβλίου ή ένα ενδιαφέρον που απαιτεί περισσότερη ενέργεια όπως η άθληση.
Η καλή διάθεση είναι μέσα σου και είναι επιλογή
Ακόμη και η καλή διάθεση έχει επίπεδα και μοιάζει περισσότερο με σκαλοπάτια που ανεβαίνουμε σταδιακά. Χρειάζεται κάποιες φορές με τη λογική να ωθήσουμε τον εαυτό μας, ίσως και να τον πιέσουμε, να ανέβει ένα σκαλοπάτι το οποίο μπορεί να μην έχει τη διάθεση να το κάνει. Μόλις όμως ανεβούμε ένα, αποκτούμε τη δύναμη για ακόμη ένα ψηλότερο σκαλοπάτι. Έτσι, σύντομα, αρχίζουμε να υποψιαζόμαστε ότι …η διάθεση μας είναι σαν μία σκάλα η οποία μπορεί να φτάσει πραγματικά πολύ ψηλά.
Είναι ακριβώς αυτό που εννοούσε ο Πυθαγόρας, έχοντας κατανοήσει τον τρόπο που φιλτράρει το μυαλό τα εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά και τον τρόπο που η λογική μπορεί να μας κινητοποιήσει να αναζητήσουμε πράγματα που θα μας δημιουργήσουν θετικά συναισθήματα, λέγοντας, «Μην ψάχνεις την ευτυχία είναι πάντα μέσα σου».
Και όταν ο Γάλλος φιλόσοφος Michel de Montaigne έλεγε ότι, «Η αδιαμφισβήτητη απόδειξη σοφίας είναι η συνεχώς καλή διάθεση», εννοούσε ότι όταν ξέρουμε αυτό που πάντοτε συμβαίνει, ότι κάθε εξωτερικό ερέθισμα αγγίζει συναισθηματικά, κάτι που υπάρχει ήδη στο μυαλό μας, τότε μπορούμε με τη σκέψη μας να το αγνοήσουμε ή να επιλέξουμε να του δώσουμε την σημασία που του αναλογεί, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Νικολαος Γ.Βακονδιος ψυχολογος