Γράφει ο Αναστάσιος Σέρμπης, MD, PhD Παιδίατρος Εξειδικευθείς στην Παιδοενδοκρινολογία
Λίγο πριν τον τοκετό κι ενώ οι μελλοντικοί γονείς είναι πλημμυρισμένοι από προσμονή κι ευτυχία αλλά και από άγχος και απορίες, ένα από τα πολλά ερωτήματα στα οποία καλούνται να απαντήσουν είναι αν θα φυλάξουν σε κάποια ειδική τράπεζα τα «βλαστοκύτταρα» του νεογέννητου παιδιού τους.
Είναι μάλιστα η πίεση μεγάλη καθώς πολλοί υποστηρίζουν ότι τα κύτταρα αυτά είναι το «κλειδί» για τη θεραπεία πλήθους ασθενειών και ότι αυτή η ευκαιρία είναι μοναδική στη ζωή του παιδιού. Τι ισχύει τελικά και ποια είναι η πιο σωστή απόφαση για τους μελλοντικούς γονείς; Για μια γρήγορη απάντηση διαβάστε απευθείας την τελευταία παράγραφο. Διαφορετικά, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:
Τι είναι τα «βλαστοκύτταρα»;
Τα αρχέγονα βλαστικά κύτταρα είναι κύτταρα που εμφανίζονται πολύ νωρίς κατά τη διάρκεια της ενδομήτριας ζωής του εμβρύου και έχουν την ικανότητα να τροποποιούνται σταδιακά ώστε από αυτά να προκύψουν όλοι οι ιστοί του εμβρύου. Όταν γίνεται συζήτηση για τη διατήρηση των «βλαστοκυττάρων» του νεογνού ωστόσο, ΔΕΝ αναφερόμαστε στα κύτταρα αυτά.
Αντίθετα, αναφερόμαστε σε δύο άλλες ομάδες κυττάρων που υπάρχουν στον μυελό των οστών και στο αίμα του ομφάλιου λώρου και του πλακούντα: τα αρχέγονα αιμοποιητικά κύτταρα και τα μεσεγχυματικά κύτταρα (ή κύτταρα του στρώματος). Από τα πρώτα προκύπτουν όλοι οι κυτταρικοί τύποι του αίματος (ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια, αιμοπετάλια), ενώ από τα δεύτερα σχηματίζονται τα οστά, ο χόνδρος και ο λιπώδης ιστός. Δεν είναι πλήρως ξεκαθαρισμένο για τα κύτταρα αυτά αν έχουν τη δυνατότητα να παράγουν -υπό ειδικές συνθήκες- και κύτταρα άλλων ιστών.
Άρα, το να λέμε διατήρηση «βλαστοκυττάρων» είναι αδόκιμο. Ή, αν το λέμε, πρέπει να ξέρουμε ότι δεν αναφερόμαστε στα αρχέγονα βλαστοκύτταρα του εμβρύου τα οποία είναι τα μόνα που πράγματι έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε οποιοδήποτε κύτταρο του ανθρώπινου σώματος.
Πού θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμα τα κύτταρα ομφαλοπλακουντιακού αίματος; Σε μεταμοσχεύσεις που μπορεί να είναι αυτόλογες ή ετερόλογες. Ας τις δούμε λίγο πιο αναλυτικά:
Αυτόλογες μεταμοσχεύσεις
Αυτόλογες λέγονται οι μεταμοσχεύσεις στις οποίες χρησιμοποιούνται κύτταρα ή ιστοί από τον ίδιο τον ασθενή. Αυτόλογες μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών κυττάρων γίνονται σήμερα πολλές και για διάφορες παθήσεις (λεμφώματα, πολλαπλό μυέλωμα κα) κυρίως σε ενήλικες. Όλες χρησιμοποιούν αιμοποιητικά κύτταρα από το περιφερικό αίμα ή τον μυελό των οστών του ασθενούς, όχι από ομφαλικό αίμα. Δηλαδή, κύτταρα από το αίμα ή τον μυελό του ασθενούς συλλέγονται, επεξεργάζονται κατάλληλα και μεταμοσχεύονται και πάλι στον ίδιο τον ασθενή. Όταν συνεπώς χρειαστεί αυτόλογο μόσχευμα, το βρίσκουμε από τον ίδιο τον ασθενή (φρέσκο και σ’ άφθονες ποσότητες) και δεν είναι απαραίτητο να έχει κρατημένο ομφαλικό αίμα.
Όσον αφορά τις αυτόλογες μεταμοσχεύσεις από ομφαλικά μοσχεύματα (δηλαδή αυτά που διατηρήθηκαν από τη γέννηση), στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων το ομφαλικό μόσχευμα του ασθενούς δεν είναι κατάλληλο για μεταμόσχευση προς τον ίδιο. Κι αυτό επειδή είτε πάσχει σίγουρα και το ίδιο (σε κληρονομικές παθήσεις) είτε πάσχει δυνητικά (σε περιπτώσεις εμφάνισης της λευχαιμίας τα πρώτα έτη της ζωής).
Για τον λόγο αυτόν, παγκόσμια έχουν γίνει ελάχιστες αυτόλογες μεταμοσχεύσεις από ομφαλικά μοσχεύματα μέχρι τώρα (λιγότερες από είκοσι). Στην πλειοψηφία τους θα μπορούσαν να έχουν γίνει με αυτόλογα αιμοποιητικά κύτταρα από το αίμα ή τον μυελό των οστών από τους ίδιους τους ασθενείς – δεν ήταν δηλαδή αναγκαία η διατήρηση των ομφαλικών «βλαστοκυττάρων».
Τέλος, σε περιπτώσεις λευχαιμιών (πχ. στην οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία που αποτελεί το 80% των λευχαιμιών της παιδικής ηλικίας) πλέον γίνονται σχεδόν αποκλειστικά ετερόλογες μεταμοσχεύσεις (βλ. παρακάτω) και όχι αυτόλογες.
Ετερόλογες μεταμοσχεύσεις
Ετερόλογες ή αλλογενείς είναι οι μεταμοσχεύσεις κατά τις οποίες ο ασθενής λαμβάνει μόσχευμα (κύτταρα, ιστό κλπ) από κάποιον συμβατό δότη. Η πλειοψηφία των αλλογενών μεταμοσχεύσεων γίνεται από βιολογικό υλικό που προέρχεται από υγιείς συμβατούς δότες.
Ένα μικρό ποσοστό ωστόσο αλλογενών μεταμοσχεύσεων (περισσότερες από 25.000 μέχρι τώρα παγκοσμίως) έχει γίνει με συμβατά ομφαλικά μοσχεύματα άλλων ανθρώπων που ελήφθησαν από δημόσιες τράπεζες. Δηλαδή από δείγματα που κατέθεσαν οι γονείς των νεογνών σε κάποια δημόσια τράπεζα και αποδείχτηκαν σε κάποια χρονική στιγμή ότι είναι συμβατά με τον ασθενή που χρειάζεται μεταμόσχευση.
Επομένως, από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η φύλαξη των «βλαστοκυττάρων» ενός νεογνού είναι εξαιρετικά απίθανο να φανεί στο μέλλον χρήσιμη για το ίδιο, αλλά μπορεί να βοηθήσει ανθρώπους που θα χρειαστούν μεταμόσχευση και θα αξιοποιήσουν το συμβατό μόσχευμα.
Ιδιωτική ή δημόσια τράπεζα φύλαξης;
Τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας έχουν δημιουργηθεί πολλές ιδιωτικές τράπεζες φύλαξης «βλαστοκυττάρων» και παράλληλα λειτουργούν και τρεις δημόσιες. Μία βασική διαφορά μεταξύ των δύο είναι το κόστος για τους γονείς: στις δημόσιες η φύλαξη είναι δωρεάν ενώ οι ιδιωτικές έχουν κόστος φύλαξης που ξεκινάει από τα 2000 ευρώ.
Ένα άλλο σημαντικό επιχείρημα υπέρ της επιλογής δημόσιας τράπεζας φύλαξης είναι το ότι το 1/3 των ανθρώπων που χρειάζεται να υποβληθούν σε μεταμόσχευση δε βρίσκουν δότη. Αν όμως υπήρχε ευαισθητοποίηση και περισσότεροι γονείς κατέθεταν τα «βλαστοκύτταρα» του νεογνού τους σε δημόσια τράπεζα, οι πιθανότητες να βρεθεί συμβατός δότης για τους ασθενείς που χρειάζονται μεταμόσχευση θα αυξάνονταν κατακόρυφα. Δεν είναι μόνο δωρεάν λοιπόν η φύλαξη σε δημόσια τράπεζα αλλά και «δωρεά», δηλαδή δωρίζεται προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στο μέλλον από όποιον το έχει ανάγκη (συμβατός λήπτης).
Αντίθετα, τα «βλαστοκύτταρα» που κατατίθενται σε ιδιωτικές τράπεζες για προσωπική χρήση από τον δότη στο απώτερο μέλλον (με πολύ αμφίβολα αποτελέσματα), δεν είναι διαθέσιμα στο ευρύτερο κοινό καθώς καμία ιδιωτική τράπεζα δε συμμετέχει στο διεθνές δίκτυο αναζήτησης Netcord.
Επιπλέον, η διαδικασία συλλογής και σωστής φύλαξης των μοσχευμάτων είναι πολύπλοκη και απαιτεί μεγάλη τεχνογνωσία. Για τον λόγο αυτόν, στις δημόσιες τράπεζες απορρίπτεται το 80% των μοσχευμάτων ως ακατάλληλο κι ανεπαρκές. Δεν υπάρχουν δεδομένα για το τι αντίστοιχα συμβαίνει στις ιδιωτικές τράπεζες. Επίσης, δεν είναι γνωστό αν τα μοσχεύματα που συλλέγονται και αποθηκεύονται στις ιδιωτικές τράπεζες πληρούν τις απαραίτητες προδιαγραφές κι αν μακροπρόθεσμα είναι επαρκή, ασφαλή και βιώσιμα. Πολύ πρόσφατα μάλιστα, πολλές άδειες ιδιωτικών τραπεζών στη χώρα μας έχουν ανακληθεί καθώς δεν πληρούσαν βασικούς κανόνες ορθής διαχείρισης και διατήρησης των δειγμάτων που λάμβαναν.
Οι μεγαλύτερες επιστημονικές εταιρείες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι αντίθετες με την ιδιωτική κατάθεση καθώς δεν έχει τεκμηριωμένη επιστημονική βάση. Αντιθέτως, υποστηρίζουν την ανάπτυξη δημόσιων τραπεζών από κρατικές αρχές μέσω των οποίων θα μπορούσαν να βρεθούν κατάλληλα μοσχεύματα για παιδιά και ενήλικες που έχουν ανάγκη μεταμόσχευσης.
Τελικά, έχει αξία η διατήρηση των «βλαστοκυττάρων» του παιδιού μου;
Τα βλαστικά κύτταρα του ομφαλοπλακουντιακού αίματος είναι ένα πολύτιμο βιολογικό υλικό το οποίο για να είναι χρήσιμο, πρέπει να συλλεγεί σωστά, να εξετασθεί για ύπαρξη κληρονομικών παθήσεων και μολυσματικών παραγόντων και να φυλαχθεί κατάλληλα σε δημόσιες τράπεζες. Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις κληρονομικές ή συγγενείς (μεσογειακή αναιμία, διαταραχές μεταβολισμού, ανοσοανεπάρκειες), σε απλαστική αναιμία και σε λευχαιμίες. Όχι όμως από το ίδιο μας το παιδί, αλλά από κάποιον συνάνθρωπό μας που έχει συμβατότητα με το παιδί μας.
Πρόκειται επομένως περισσότερο για μια πράξη αλληλεγγύης προς το κοινωνικό σύνολο, μια ευκαιρία ζωής για όσους πάσχουν από κάποιο σοβαρό νόσημα και δεν μπορούν να βρουν συμβατό δότη. Κι αντίστροφα, αν το παιδί μας χρειαστεί παρόμοιες υπηρεσίες υγείας μπορεί να επωφεληθεί από κάποιο άλλο παιδί του οποίου οι γονείς είχαν την ευαισθησία να καταθέσουν στη δημόσια τράπεζα τα «βλαστοκύτταρά» του.
Η διατήρηση των «βλαστοκυττάρων» του παιδιού λοιπόν έχει αξία. Για τον συνάνθρωπό μας κι επομένως και για το ίδιο μας το παιδί. Καθώς, ό,τι κάνουμε γυρίζει σ’ εμάς.
Αναστάσιος Σέρμπης, MD, PhD