«Δεν έχει τίποτα ο μικρός, μόνο λίγο βήχα», είπε ξέπνοα η μαμά ενός πιτσιρικά που υπό κανονικές συνθήκες θα είχε ήδη κρεμαστεί από πάνω μου για το καθιερωμένο πρωινό μας φιλάκι και μετά θα είχε ξεχυθεί στην μεγάλη αίθουσα για να παίξει τους μαστόρους με τα φιλαράκια του.
Κοίταξα τον μικρό με δυσπιστία- χλωμός, με μάτια θολά, άκεφος, αποσύρθηκε αμέσως στην γωνιά χαλάρωσης κρατώντας ένα βρώμικο χαρτομάντιλο στο ένα χέρι κι ένα πακέτο καθαρά στο άλλο. Δεύτερη μέρα που το παιδί κυριολεκτικά σέρνεται.
–Νομίζω πως θα ήταν καλύτερα να τον αφήσετε σπίτι να ξεκουραστεί σήμερα. Χθες δεν συμμετείχε πουθενά, σε καμιά δραστηριότητα, ούτε στο διάλειμμα δεν βγήκε κι όλη μέρα δεν έφαγε σχεδόν τίποτα. Μάλλον τον περιτριγυρίζει κάποια ίωση.
-Μια χαρά είναι, θα έχω το κινητό μαζί αν χρειαστεί τίποτα, άλλωστε σε τέσσερις ώρες τι να γίνει;
Μάταια προσπάθησα να την μεταπείσω τα λίγα λεπτά που είχαν μείνει πριν τακτοποιήσει την τσάντα του παιδιού και με χαιρετήσει τρέχοντας, με τα κλειδιά του αυτοκινήτου στο χέρι. Πάλι θα αργούσε, το νέο ωράριο του νηπιαγωγείου δεν συμβάδιζε καθόλου με την εργασία της. Σίγουρα όμως ήθελε και να με αποφύγει. Είναι γνωστό πόσο πιεστική μπορώ να γίνω όταν υποψιάζομαι πως κάποιο παιδάκι είναι άρρωστο.
Με λένε υπερβολική καμιά φορά που τονίζω στους γονείς να μην φέρνουν τα μικρά άρρωστα στο σχολείο, εφ’ όσον έχουν επίγνωση της ασθένειας και που, χωρίς δισταγμό, παίρνω τηλέφωνο να έρθουν να τα πάρουν με την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων. Δεν ήμουν πάντα έτσι. Μέχρι και πριν λίγα χρόνια, ήμουν η πρώτη που θα πήγαινε στην δουλειά με 38 πυρετό, συνάχι κ.λ.π επειδή «αντέχω εγώ» και δεν ήθελα να επιβαρύνω τις συναδέλφους μου ή τους γονείς με το πού θα αφήσουν τα παιδιά. Κι επιπρόσθετα, ήμουν πιο ελαστική στο σχολείο με τα άρρωστα παιδάκια όταν οι γονείς δεν είχαν σε ποιον να τα αφήσουν και δεν εμφάνιζαν και κάτι τραγικό. Ελάτε τώρα, όλοι οι εκπαιδευτικοί το κάνουμε- πάμε σχολείο άρρωστοι και μερικές φορές κάνουμε τα στραβά μάτια ή υποκύπτουμε στις αναφορές των γονέων πως «δεν έχει τίποτα καλέ, λίγο βηχαλάκι μόνο». Κακώς.
Θυμάμαι ότι υπηρετούσα σε ένα νηπιαγωγείο ενός σερραϊκού χωριού, όταν έφεραν για δεύτερη μέρα άρρωστο παιδάκι με τάση για εμετό (την προηγούμενη το πήραν πίσω στην μέση της ημέρας). Με διαβεβαίωναν πως ήταν πλέον καλά, κι ας το έβλεπα πως σχεδόν έτρεμε από τον πυρετό. Και οι δυο γονείς εργάζονταν και δεν είχαν πού να το αφήσουν και με διαβεβαίωσαν πως αν χρειαστεί θα έρθουν να το πάρουν αμέσως. Στο πρώτο σαραντάλεπτο το παιδί έκανε και εμετό και διάρροια. Προφανώς η γαστρεντερίτιδα μας είχε χτυπήσει την πόρτα. Στις επανειλημμένες κλήσεις μου δεν απαντούσε κανείς. Λερώθηκε και η δεύτερη αλλαξιά που είχε μαζί του το παιδί, το ίδιο και τα δικά μου ρούχα. Περιττό να περιγράψω πόσο ανήσυχη ήμουν μήπως συμβεί τίποτα χειρότερο στον μικρό του οποίου είχα την ευθύνη και ταυτόχρονα πόσο θυμωμένη όταν απάντησαν μετά από 1 ώρα καθώς το παιδί φαινόταν πως είναι φανερά εξαντλημένο και πιθανώς τόσο αφυδατωμένο που θα χρειαζόταν ορό. Ωστόσο, προτίμησα απλά να τους περιγράψω την κατάσταση, να τους δώσω το παιδί όταν ήρθαν μετά από λίγο και να τους μιλήσω κάποια άλλη στιγμή. Σκεφτόμουν πως έθεταν σε κίνδυνο ολόκληρη την τάξη και δεν ήταν η πρώτη φορά που ένα παιδάκι θα κολλούσε τα υπόλοιπα.
Αυτό που δεν σκέφτηκα ήταν πως με την στάση τους έθεταν σε κίνδυνο κι εμάς τους εκπαιδευτικούς του σχολείου. Δυστυχώς, το ίδιο βράδυ παρουσίασα τα ίδια συμπτώματα και καθώς έμενα μόνη μου στο χωριό, ειδοποίησα τον αδερφό μου, ο οποίος μετά από 90 χιλιόμετρα δρόμο ήταν στο σπίτι μου να με μαζέψει και τελικά αφυδατωμένη βρέθηκα στο κέντρο υγείας του χωριού. Με λίγα λόγια, εκτός από εμένα, που δεν πήγα στη δουλειά μου για 3 μέρες, αποδεκατίστηκε και ολόκληρη η τάξη, καθώς το παιδάκι είχε κολλήσει τους υπόλοιπους, βάζοντας σε μια απίστευτη ταλαιπωρία τα παιδιά αλλά και τους γονείς τους, που δεν έφταιγαν σε τίποτα, που κι εκείνοι δούλευαν και που κι εκείνοι προφανώς δεν είχαν έτοιμες λύσεις στο που να αφήσουν το παιδί τους.
Αυτό το περιστατικό – που ήταν και το πιο σοβαρό απ’ όσα μου έχουν συμβεί, μου υπενθυμίζει πως η ασθένεια δεν πρέπει να πηγαίνει σχολείο, είτε την κουβαλάω εγώ είτε κάποιο παιδί.
Από τότε, όποτε μου πει κάποιος γονέας πως το παιδί του έχει μόνο λίγο συναχάκι, δεν το διαπραγματεύομαι πια. Είναι καλό οι γονείς να ξέρουν πως όταν κλείνουμε την πόρτα στο άρρωστο παιδί σας, δεν την κλείνουμε στο ίδιο το παιδί, αλλά στην ασθένεια.
Πηγή: themamagers.gr